Ανακοίνωση Υπουργείου Οικονομικών αναφορικά με τις δηλώσεις του Συνδέσμου κατά της Ασυδοσίας των Τραπεζών
31/07/24 17:28 | Ανακοινωθέν | ΟικονομίαΜετά μεγάλης μας λύπης και απογοήτευσης παρατηρούμε για ακόμη μια φορά δημοσιεύματα στον Τύπο που στοχοποιούν και διασύρουν τεχνοκράτες δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι ασκούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται με υπευθυνότητα και συναίσθηση ευθύνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου και του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου.
Με την ανακοίνωσή του αλλά και με αναρτήσεις του σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Σύνδεσμος κατά της Ασυδοσίας των Τραπεζών αφήνει κατηγορίες για δημόσιους υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών, δημοσιοποιώντας μάλιστα και φωτογραφίες αυτών, παραβιάζοντας κατάφωρα τα προσωπικά δεδομένα αυτών, κατηγορώντας τους και θέτοντας ερωτήματα για το κατά πόσον «έχουν εξεταστεί και δεν υπάρχουν συμφέροντα των ίδιων ή συγγενικών τους προσώπων με τις εταιρείες εξαγοράς δανείων και τους σέρβισερς (σ.σ. Εταιρείες Διαχείρισης Πιστώσεων)».
Λυπούμαστε που στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων τους δημόσιοι υπάλληλοι τυγχάνουν τέτοιου είδους αντιμετώπιση χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο.
Η Οδηγία (ΕΕ) 2021/2167 για τους διαχειριστές πιστώσεων και τους αγοραστές πιστώσεων (Οδηγία) θα έπρεπε να είχε μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία μέχρι τις 29/12/2023. Η απουσία εναρμόνισης ωστόσο δεν δημιούργησε νομοθετικό κενό στην Κυπριακή Δημοκρατία, καθότι υπάρχει εθνική ρύθμιση για τις αγοραπωλησίες πιστωτικών διευκολύνσεων από το 2015, ο «Περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμος».
Η υπό αναφορά Οδηγία αποτελεί συνέχεια των σημαντικών μέτρων που έχει προτείνει η Επιτροπή τα τελευταία έτη στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για την αντιμετώπιση του ζητήματος των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) και για τη στήριξη της ανάπτυξης αποτελεσματικών, ανταγωνιστικών και διαφανών δευτερογενών αγορών για τα ΜΕΔ στην Ένωση, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι η πώληση τέτοιων δανείων δεν υπονομεύει τα δικαιώματα των δανειοληπτών.
Δεδομένου ότι οι αγοραστές ΜΕΔ συνήθως αναθέτουν τις δραστηριότητες διαχείρισης τους σε διαχειριστές πιστώσεων, η Οδηγία στοχεύει στη θέσπιση ενιαίων απαιτήσεων για την αδειοδότηση και αποτελεσματική εποπτεία των διαχειριστών πιστώσεων, οι οποίοι βάσει της Οδηγίας δύνανται να παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες στο πλαίσιο του μηχανισμού διαβατηρίου.
Πρόσθετα, με βάση την Οδηγία, καθότι οι αγοραστές πιστώσεων δεν δημιουργούν νέες πιστώσεις, αλλά αντ’ αυτού και όπως προβλέπεται στην Οδηγία αγοράζουν μόνο υφιστάμενα ΜΕΔ με ίδιο κίνδυνο, δεν προκαλούν ανησυχίες όσον αφορά στην προληπτική εποπτεία και η δυνητική τους συμβολή στον συστημικό κίνδυνο είναι αμελητέα. Επομένως, δεν δικαιολογείται η απαίτηση για τους αγοραστές πιστώσεων να αιτούνται άδεια λειτουργίας.
Καθότι το νέο πλαίσιο θα ισχύει μόνο για τις πιστωτικές διευκολύνσεις που βρίσκονται εντός τραπεζικού συστήματος, για τις πιστωτικές διευκολύνσεις που βρίσκονται ήδη στις Εταιρείες Εξαγοράς Πιστώσεων (ΕΕΠ) θα εξακολουθήσει να ισχύει η υφιστάμενη εθνική ρύθμιση. Με βάση αυτή τίθενται σήμερα περιορισμοί ως προς το ποια πρόσωπα δικαιούνται να αγοράζουν πιστωτικές διευκολύνσεις, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι η ιδιοκτησία των δάνειων καταλήγει μόνο σε αδειοδοτημένες οντότητες, ενώ οι εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων αδειοδοτούνται για τον σκοπό αυτό από την Κεντρική Τράπεζα.
Η υπό αναφορά ρύθμιση επιφέρει σημαντικά εμπόδια στη νόμιμη διενέργεια αγορών πιστωτικών διευκολύνσεων, κυρίως λόγω της αύξησης του κόστους συμμόρφωσης των ΕΕΠ, μειώνει το ενδιαφέρον δραστηριοποίησής τους στην Κύπρο, ενώ η συνεπαγόμενη μείωση του ανταγωνισμού έχει ως αποτέλεσμα την αναποτελεσματική λειτουργία της δευτερογενούς αγοράς ΜΕΔ. Ως εκ τούτου, σε συνέχεια και των απόψεων των εμπλεκομένων μερών που εκφράστηκαν ενώπιων της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού, το Υπουργείο Οικονομικών προχώρησε στην εκ νέου τροποποίηση του υφιστάμενου νόμου, ώστε να μην απαιτείται η αδειοδότηση των ΕΕΠ.
Ο Σύνδεσμος, αναφερόμενος στην εν λόγω προτεινόμενη τροποποίηση, κάνει αναφορά σε έκτρωμα και σε μεθοδεύσεις του Υπουργείου Οικονομικών. Ως προς την ουσία της πρότασης του Υπουργείου Οικονομιών για τροποποίηση του βασικού νόμου και προς απάντηση αυτών των χαρακτηρισμών σημειώνονται τα ακόλουθα:
Οι ΕΕΠ με βάση την προτεινόμενη ρύθμιση είναι εταιρείες συσταθείσες δυνάμει του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου (σ.σ. νομικά πρόσωπα, σε αντίθεση με την Οδηγία, βάση της οποίας οι αγοραστές πιστώσεων δύνανται να είναι και φυσικά πρόσωπα). Οι εν λόγω εταιρείες υποχρεούνται είτε να αναθέσουν τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου του σε αδειοδοτημένο διαχειριστή πιστώσεων ή σε περίπτωση που επιθυμούν να διαχειριστούν οι ίδιες το όλο ή μέρος του χαρτοφυλακίου τους, υποχρεούνται να αδειοδοτηθούν ως διαχειριστές. Επιπλέον υπόκεινται σε εποπτεία της Κεντρικής Τράπεζας, ενώ υπέχουν υποχρεώσεις ανάλογες με τις υποχρεώσεις που υπέχουν οι αγοραστές πιστώσεων δυνάμει του εναρμονιστικού πλαισίου. Πρόσθετα διατηρείται το δικαίωμα των δανειοληπτών για υποβολή πρότασης επαναγοράς του δανείου τους πριν από οποιαδήποτε πώληση. Η προτεινόμενη ρύθμιση συνάδει πλήρως με το πνεύμα και τις διατάξεις της Οδηγίας.
Τέλος σημειώνεται ότι πραγματοποιήθηκαν τρεις συνεδρίες της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών, στις οποίες ο Σύνδεσμος παρευρέθηκε, αλλά δεν εξέφρασε οποιεσδήποτε απόψεις ή σχόλια.
(ΑΦ/ΑΣ)